Πέμπτη, Δεκεμβρίου 18, 2008

Angelus Novus


Τρομερό τι ακούγεται, τι λέει ο κόσμος, τι σκέφτεται με αφορμή τα "δεκεμβριανά" της Αθήνας του 2008. Αποκαλυπτικό τι βγαίνει στη φορά, τι καταβολές και τι ένστικτα ξεφουρνίζει ο καθένας. Φοβερό πως καταφέρνουν αυτά τα γεγονότα να μας εκθέτουν έτσι, να σπρώχνουν, σαν ένα πρωτόγνωρο, παράξενο είδος ψυχανάλυσης, τον καθένα μας να προδώσει τι είναι, από που έρχεται και τι θελει να γίνει, αυτός και η ιδια η κοινωνία γύρω του. Ξεπηδάει ασυγκράτητη απο τις άκρες των δαχτύλων μας και από τα μάτια μας η ποιότητα μας, το υλικό από το οποίο είμαστε φτιαγμένοι. Άλλοι βλέπουνε ενα παιδί που πέθανε σα σκυλί στο πεζοδρόμιο και δακρύζουνε, κι άλλοι δέκα σπασμένα καταστήματα. Άλλοι βλέπουνε έφηβους που ζητάνε πίσω το δικαίωμα τους να ονειρεύονται κι άλλοι "μαλακισμένα" που θέλουνε να τα σπάσουνε. Πρωτοφανές πως τα γεγονότα αυτά κατάφεραν να μας βάλουν σε τέτοια debates, σε τέτοιες αναζητήσεις προσωπικές, φιλοσοφικές, κοινωνικές, πολιτικές. Μέχρι και 2-3 πράγματα παραπάνω μάθαμε για μερικούς νόμους, μέχρι και λίγη περισσότερη πρόσφατη ιστορία διδαχθήκαμε με μερικά ψαξίματα στο google, για να μπορέσουμε να σταθούμε αξιοπρεπώς στις συζητήσεις. Όλοι ψάχνονται, πάνε να δούνε τι διάολο συνεβη, τι συμβαινει.

Κανείς δεν ξέρει τι είναι αυτό, τι να κάνει με αυτό, οι δημοσιογράφοι, οι διανοούμενοι και οι άνθρωποι που σκέφτονται το πιάνουν από δω και από κει να το βάλουν σε λόγια και θεωρίες, κάποιοι άλλοι το φοβούνται, άλλοι δε το θέλουνε, άλλοι το θέλουνε όπως θέλουνε να είναι.. λες και μπορεί να είναι κατά παραγγελιά.. Κάποιοι φίλοι μου με κοροίδευαν που πήγα το προηγούμενο Σάββατο στο Σύνταγμα το μεσημέρι, λέγανε πως δεν συμμετέχουν επειδή τους ενοχλούν οι μαθητές που δεν ξέρουνε καν τι λένε, τους ενοχλούνε οι δημοσιογράφοι και τα κανάλια, τους ενοχλούν τα κόμματα, τους ενοχλεί η βία και τα σπασμένα μαγαζιά.

Όμως μια εξέγερση γίνεται απότομα, απρόβλεπτα, έχει παράπλευρες απώλειες και τη βρωμιά του ακατέργαστου και του αυθόρμητου. Αυτή εδώ η εξέργεση κάποιες φορές εκφράστηκε ειρηνικά, πολιτισμένα, με παρρησία, πλάνο, ψυχραιμία. Άλλες φορές άτσαλα, συγκεχυμένα, σαχλά, κακόγουστα, υστερικά, βίαια. Αλλά εκφράστηκε.

Ακόμα και μαζί με την προβοκάτσια, ακόμα και μαζί με τους απελπισμένους μετανάστες και τα κλεφτρόνια που κάνανε πλιάτσικο, ακόμα και μαζί με τους συντηρητικούς, βαριεστημένους πολίτες που σαν βασιλόφρονες γέροι (αλλά, δυστυχώς, κάποιες φορές καθόλου γέροι στην ηλικία) αναπολήσανε στρατούς και χούντες τρώγοντας το παραμύθι, ακόμα και μαζί με τα 15χρονα που μπορεί να μην ξέρουνε όλα τους τι ακριβώς λένε, αλλά ξέρουν καλα τι νοιώθουν. Τόσα παιδάκια στα 15 τους με λυπημένες φάτσες - "θλιμμένοι σα γέροντες" όπως είπε σε μια καταπληκτική συνεντευξη και ο συγγραφέας Σωτήρης Δημητρίου - και φράντζες να τους κρύβουν τα μάτια ούτε στα 80ς δε βλέπαμε. Μέχρι και οι κιουράδες τότε χορεύανε χαρούμενοι στο Green Door, μέχρι και τα γλυκανάλατα slow μας έκαναν να ερωτευόμαστε.

Έστω και έτσι, άμορφα, υπερβολικά, μπουρδουκλωμένα, κάτι κουνήθηκε. Κάποια αντανακλαστικά - επιτέλους - λειτούργησαν. "Ήταν ώρα" έλεγε προχθές το βράδυ ο Μπάμπης στο Guru. Δυστυχώς με τίμημα τη ζωή ενός γλυκού παιδιού. Αλλά αν δεν ήταν ο Αλέξης θα ήταν κάποιος άλλος, κάτι άλλο. Το δράμα που θα μας ξύπναγε από την αποβλάκωση μοιάζει σαν να είχε αναγγελθεί καιρό τώρα.

Έστω και με αυτόν τον ατσουμπαλο, τον άχαρο τρόπο είναι σαν να γράφτηκε ιστορία αυτές τις μέρες στην Αθήνα. Και πολλές φορές δεν ήταν καθόλου ατσούμπαλος αυτός ο τρόπος. Ήταν συγκινητικός, ουσιώδης, εποικοδομητικός. Όπως στην Ερμούπολη που οι αστυνομικοί άφησαν κάτω τα πηλήκια και στήθηκαν αυτόβουλα μπροστά σε ένα πλήθος 1000 ατόμων για ενός λεπτού σιγή, κάνοντας τους διαδηλωτές να σκύψουν το κεφάλι και να διαλυθούν ειρηνικά - κάτι που οι κολλημένοι αριστεριστές φυσικά δεν θα το κάνουνε πότε πρωτοσέλιδο και κάτι που εχει να μας πει πολλά για το αν χρειάζονται όπλα και χημικά οι αστυνομικοί, και γιατί τελικά τα έχουν και τα χρησιμοποιούν. Όπως στο Σύνταγμα που το Σάββατο η στρατιά των Vans και των hoodies παρατάχθηκέ, ενας προς ενας, μπροστά στους αστυνομικούς και πιάσανε κουβέντα μαζί τους - σαν νέοι άνθρωποι που προσπαθούν να δούνε τι σκατά συμβαίνει - και κάποιοι, πίσω από τα χαρακωμένο πλεξιγκλάς εκφράσανε τη λύπη τους για τη δολοφονία, ενώ άλλοι ζήτησαν στα κλεφτά συγνώμη. Όπως με την τόσο ενδιαφέρουσα και συγκινητική ρητορεία που διατυπώθηκε από τόσους καλούς δημοσιογράφους, αλλά και από αυτήν που ακούστηκε στα σαλόνια των σπιτιών, στα τηλεφωνήματα, στα καφέ, στα μπλογκ, στα κεφάλια των ανθρώπων. Όπως με το chain reaction που προκλήθηκε στον πλανήτη, το οποίο κάτι μου λέει πως δεν έχει καθόλου τελειώσει. Όλοι προβληματίστηκαν. Όλοι ξεκουνηθήκανε. Όλοι στίψανε το κεφάλι τους να απαντήσουνε στην πρόκληση που τους έθεσε ο συνομιλητής τους, "η άλλη όχθη", ακόμα και αν αυτή εξέφραζε απόψεις αδαείς, συντηρητικές, ανατρεπτικές, βαρετές, προκλητικές.

Φαίνεται πως κάτι αλλάζει αυτή τη φορά. Φαίνεται πως τίποτα δεν μπορεί να σταματήσει τα πράγματα από το να αλλάζουν. Μπορεί να λιμνάσουν για λίγο, αλλά, μετά, από μόνα τους, αλλάζουν, όταν αυτά ξέρουν ότι πρέπει να αλλάξουν. Σαν να είναι χαοτικό σύστημα με θαυμαστή τεχνητή νοημοσύνη η κοινωνία μας, μεταλλάσσεται και προχωράει. Μπορεί να αδρανεί και να αργεί, αλλά το κάνει. Τουλάχιστον το ελπίζω. Ελπίζω οτι προοδεύει μέσα από τις αποτυχίες της και τα λάθη της, και παρασύρεται από την "ακαταμάχητη καταιγίδα που φυσάει από τον παράδεισο", που ο Walter Benjamin ονόμασε "πρόοδο", εμπνεόμενος από τον "Angelus Novus" του Paul Klee.

Μέσα στις απώλειες, την ασάφεια και τον καπνό κάτι μοιάζει να έχει αρχίσει να αλλάζει. Κι αυτή τη φορά η ίδια η συγκυρία, τα ίδια τα γεγονότα διψάνε για μια αντίδραση, μια εξήγηση, μια θεωρητικοποιηση ενός άλλου είδους, λιγότερο αναμενόμενη και προφανή. Οι κολλημένες απόψεις μοιάζουνε να μπάζουνε, τα τσιτάτα, οι κορώνες, οι ξύλινες γλώσσες και τα ίδια και τα ίδια δεν περνάνε. Σαν τα πράγματα να έχουνε περισσότερες απαιτήσεις από μας, σαν να μας ζητούν να εξελιχθουμε μαζί τους μέσα από κάποια παράξενη φυσική επιλογή. Κάτι συμβαίνει, κάτι διαφορετικό, που δε φαίνεται να το ξέρουμε. Μακάρι να το πάρουμε στα χέρια μας και να το κάνουμε κάτι καλό. Mακάρι να εκμεταλλευτούμε την πρόκληση του.